Ακτίνα: Κλειστό
Ακτίνα:
χλμ Set radius for geolocation
Αναζήτηση

Η Σάμος δεν διαθέτει εκτεταμένες πεδινές εκτάσεις, η καλλιεργήσιμη γη, στο μέγιστο ποσοστό της, βρίσκεται σε πεζούλια και η ιδιοκτησία είναι μικρή και   πολυτεμαχισμένη. Τα μεγαλύτερα αγροτεμάχια είναι οι παραδοσιακοί ελαιώνες, μικρότερα είναι τα αμπέλια, τα εσπεριδοειδή και οι πιο γόνιμες εκτάσεις και τελευταία έρχονται τα παλιά ποτιστικά, που αποτελούσαν τον οικογενειακό λαχανόκηπο, των οποίων η έκταση σπάνια ξεπερνά το μισό στρέμμα.

Αυτό είναι προϊόν της κατά το δυνατόν ισομερούς διανομής των κτημάτων στα παιδιά, που φαίνεται να ισχύει από πολύ παλιά, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της αγροτικής ιδιοκτησίας, που κατά μέσο όρο φτάνει τα 14,5 αγροτεμάχια με έκταση 15 στρέμματα.

Βάση των στοιχείων της Διεύθυνσης Γεωργίας, σήμερα στη Σάμο υπάρχουν 7886 γεωργικές εκμεταλλεύσεις, οι οποίες από απόψεως έκτασης κατανέμονται:

Έκταση σε στρέμματα

 Αριθμός εκμεταλλεύσεων

 Ποσοστό %

0  –  9,9

10 – 29,9

30 – 49,9

50 – 99,9

100    199,9

 Άνω των 200

3.362

2.880

1.014

515

95

 19

42,63

36,52

12,86

6,53

1,22

0,24

Σύνολο

7.886

100,00

Οι συνθήκες αυτές, δεν επέτρεψαν στον Σαμιώτη αγρότη την εκμηχάνιση της εκμετάλλευσής του, που άρχισε απ’ τις αρχές της δεκαετίας του 50, το εισόδημα είναι μικρό, το κόστος παραγωγής μεγάλο και η καλλιέργεια αρκετών ειδών ασύμφορη.

 

Αμπέλια στο χωριό Πλάτανος

Αμπέλια στο χωριό Πλάτανος

  • Αμπελουργία

Σήμερα στη Σάμο, υπάρχουν 2.450 αμπελουργοί και καλλιεργούν 15,5 km2 αμπέλια, από τα οποία μόνο το 0,5 km2, 2,6% βρίσκονται στο νότιο τμήμα και τα υπόλοιπα 15,0 km2, 97,4% στη βόρεια και τα βουνά.

Η μέση ετήσια παραγωγή σταφυλιών ανέρχεται σε 8.014 τόνους, από τους οποίους 7.861 τόνοι (98,1%) είναι λευκό μοσχάτο Σάμου, 117 τόνοι (1,5%) και Φωκιανό & ρητινό  και το υπόλοιπο 36 τόνους (0,4%) διάφορες άλλες ποικιλίες.

Το αμπέλι της Σάμου, δεν είχε ανταγωνιστές και είναι μια εντελώς εξειδικευμένη καλλιέργεια για το νησί. Οι τιμές είναι πολύ ικανοποιητικές για τους παραγωγούς και συμβάλει στην επέκταση της καλλιέργειας.

Τα κρασιά της Σάμου, από σταφύλια της ποικιλίας “λευκό μοσχάτο Σάμου”, είναι Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης ΠΟΠ, από το 1970 με κωδικό ΣΜ.

περισσότερα για την Αμπελουργία στην Σάμο Επάνω
"Θρουμποελιά", η κύρια ποικιλία της Σάμου

“Θρουμποελιά”, η κύρια ποικιλία της Σάμου

  • Ελαιοκαλλιέργεια

Στη Σάμο καλλιεργούνται 115 km2 ελαιόδεντρα, το 66% καλλιεργείται στο νότιο μέρος του νησιού, και το 34% στο βόρειο τμήμα.
Η μέση παραγωγή ελαιολάδου στα τελευταία 18 χρόνια (1998-2016) ανέρχεται σε 2.352 τόνους, με μέγιστη ποσότητα 4.042 τόνους κατά την περίοδο 1998-1999 και με ελάχιστη 379 τόνους κατά την περίοδο 2001-2002.

Το λάδι της ελιάς Σάμου είναι «Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη» (ΠΓΕ), από το 1993 (371572/19 07 93 ΦΕΚ 574/02 08 93), σύμφωνα με την ΕΚ 510/06 οδηγεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

περισσότερα για την Ελαιοκαλλιέργεια στην Σάμο Επάνω
Εσπεριδοειδή στην Σάμο

Συστηματική καλιέργεια εσπεριδοειδών στο χωριό Μύλοι

  • Καλλιέργεια εσπεριδοειδών

Τα εσπεριδοειδή αποτελούν παλιά καλλιέργεια του νησιού. Ακόμα υπάρχουν μερικά περιφραγμένα περιβόλια, στη Σάμο και το Καρλόβασι, με το πηγάδι και το μάγγανο (απομίμηση των περιβολιών του κάμπου της Χίου). Συναντώνται ακόμα στο Μαραθόκαμπο, το Κοκκάρι, τους Μύλους και σε πολλά άλλα χωριά, με χαμηλό υψόμετρο και πολύ νερό.

Παλιά τα εσπεριδοειδή έδιναν μεγάλο εισόδημα, γιατί στη Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, σε άλλες Μικρασιατικές πόλεις, καθώς και στα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας, πουλιόταν με το κομμάτι, σαν φάρμακο και αυτό ήταν σημαντικό κίνητρο ανάπτυξης της καλλιέργειας στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου.

Ευδοκιμεί παντού, όπου υπάρχει νερό για πότισμα, εκτός απο τα ορεινά γιατί είναι πολύ ευαίσθητα στο ψύχος. Μεμονωμένα δένδρα βρίσκονται παντού, σε αυλές και σε κήπους, συστηματικά όμως σήμερα καλλιεργούνται στη περιοχή Μύλων.

Επάνω

  • Καλλιέργεια οπωροφόρων και κηπευτικών

Οπωροφόρα και κηπευτικά συναντώνται παντού, συστηματικά όμως καλλιεργούνται στις ορεινές περιοχές του βόρειο τμήμα, όπου οι συνθήκες υγρασίας και θερμοκρασίας είναι ευνοϊκές και υπάρχει άφθονο νερό άρδευσης.

Επάνω
Ξήρανση καπνού στον κάμπο του χωριού Χώρα

Ξήρανση καπνού στον κάμπο του χωριού Χώρα (σημερινή περιοχή του αεροδρομίου)

  • Καλλιέργειες που χάθηκαν

Διάφοροι παράγοντες, συνετέλεσαν κατά καιρούς, στην εξαφάνιση αρκετών καλλιεργειών και άλλες να περιοριστούν στο ελάχιστο, μερικές από τις οποίες απασχολούσαν μεγάλες εκτάσεις και συνετέλεσαν πάρα πολύ δυναμικά στην άνοδο της οικονομίας του νησιού.

  • Καπνός (Nicotinna tabacum)

Η συστηματική καλλιέργειά του, εισήχθη κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1890 προκειμένου να ανακουφιστούν οικονομικά οι Σαμιώτες αγρότες που είχαν χάσει το εισόδημά τους από τα αμπέλια που κατέστρεφε η φυλλοξήρα. Και ήταν ότι ακριβώς χρειαζόταν για τις κατεστραμμένες και πολυμελείς οικογένειες, εκείνης της εποχής, γιατί δίνει εισόδημα μέσα στο χρόνο και απαιτεί πολλά εργατικά χέρια, αξιοποιώντας ακόμα και τα παιδικά.

Σύμφωνα με την «Επετηρίς της Ηγεμονίας της Σάμου» του έτους 1898  η έκταση της καλλιέργειας, ξεπερνούσε τα 2.000 στρέμματα. Το επόμενο έτος 1899, όπως αναφέρεται στην επετηρίδα, η παραγωγή έφτασε τις 200 χιλιάδες οκάδες, δηλαδή 256 τόνους.

Η ποικιλία που καλλιεργήθηκε ήταν τα μυρωδάτα Σμύρνης, που προσαρμόστηκε πολύ καλά στις συνθήκες του νησιού και ο παραγόμενος καπνός ήταν αρίστης ποιότητας.

 Η καλλιέργεια αυτή πολύ γρήγορα διαδόθηκε σε όλα σχεδόν τα χωριά για να περιοριστεί αργότερα (προφανώς λόγω ποιότητας) και σε μερικά από αυτά δεν άργησε να γίνει το πρώτο προϊόν, με πρώτο τους Μυτιληνιούς, που η παραγωγή έφθανε και το ένα εκατομμύριο οκάδες (1.280 τόνοι).

Με βάση τον καπνό, ιδρύθηκαν βιομηχανίες κατασκευής τσιγάρων στο Βαθύ και το Καρλόβασι, όπως του Πασχάλη, του Καραθανάση, του Πανέρη και άλλα, που έκαναν μεγάλες εξαγωγές, η παραγωγή έφτανε τα 50 – 60 εκατομμύρια τσιγάρα το χρόνο κι’ απασχολούσε 600 – 800 εργάτες κι’ έφτιαχναν χαρμάνια με ντόπια και τούρκικα καπνά.

Κατά την μεταπολεμική περίοδο, η πορεία της καλλιέργειας του καπνού ήταν φθίνουσα, η πτώση των τιμών κυρίως, η αθρόα μετανάστευση και άλλοι ακόμα λόγοι, είχαν σαν αποτέλεσμα την εξαφάνισή της από το νησί και κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1970, είχε μείνει πια στην ιστορία.

κρεμμύδια στην Σάμο

Ξήρανση κρεμμυδιών στο χωριό Κοσμαδαίοι

  • Κρεμμύδια (Allium cepa)

Συστηματικά τα καλλιεργούσαν στον κάμπο του Μαραθοκάμπου και της βελανιδιάς, της Χώρας, του Καρλοβάσου, στην κοιλάδα των Μυτιληνιών και σε άλλες ακόμα περιοχές. Η παραγωγή ξεπερνούσε τις 20 χιλιάδες καντάρια, ίση με περίπου 1.200 τόνους.

Υπήρχε ντόπια ποικιλία κρεμμυδιού Σάμου, τοπικό προφανώς δημιούργημα, που θεωρούταν απο τις πολύ καλές, με την μείωση όμως της παραγωγής και την εισαγωγή αγνώστου προέλευσης κοκκάρια (σπόρος κρεμμυδιού),  το πιθανότερο είναι να έχει χαθεί και αν υπάρχει ακόμα, μπορεί να βρίσκεται στα Κουμαίικα, που μερικοί ακόμα ασχολούνται με την παραγωγή ξηρών κρεμμυδιών.

Τα κρεμμύδια, κατά την ηγεμονική περίοδο, εξαγόταν στην Αίγυπτο και την Τουρκία, αργότερα τα έστελναν στη Σύρο άλλα νησιά και στον Πειραιά.

Η μείωση της καλλιέργειας άρχισε από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, η παραγωγή έπεσε και έφτασε να καλύπτει μόλις τις τοπικές ανάγκες. Σήμερα λίγοι  ασχολούνται με αυτά και κυρίως για παραγωγή χλωρών, αιτία το μεγάλο κόστος παραγωγής, για τον Σαμιώτη αγρότη.

  • Μετάξι

Με την εκτροφή του μεταξοσκώληκα (Bombyx mori), ασχολούταν όλα τα χωριά του νησιού και αποτελούσε γυναικεία και παιδική απασχόληση, δίνοντας ένα σημαντικό εισόδημα στους γεωργούς.  Όπως αναφέρει ο Επ. Σταματιάδης, στα Σαμιακά, η παραγωγή μεταξιού, πριν από κάποια αρρώστια που ξέρανε τις μουριές, ανερχόταν σε 8.500 οκάδες (11 περίπου τόνους) και το καλύτερο θεωρούταν απο τα χωριά Πύργος και Παγώνδα.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, ενδεχομένως, ένα βακτήριο κατέστρεψε τις μουριές και έτσι εξαφανίστηκε η παραγωγή μεταξιού.

  • Βαμβάκι (Cossypium hirsutum)

Όπως αναφέρει ο Επ. Σταματιάδης στα Σαμιακά, η παραγωγή βαμβακιού, την εποχή εκείνη, έφτανε τις 2000 οκάδες, (2,6 τόνους) και κάλυπτε αποκλειστικά ανάγκες των αγροτικών νοικοκυριών, για την κατασκευή υφαντών στον αργαλειό.

  • Γλυκάνισο (Pimpinella Anisum)

Όπως αναφέρει ο Επ. Σταματιάδης στα Σαμιακά, η παραγωγή έφτανε τις 10.000 οκάδες (περίπου 13 τόνους), που χρησιμοποιούταν, κυρίως στην ποτοποιεία κι’ αρκετές άλλες

Επάνω

Σχόλια 0

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με

Πάνω
error: