Η Βυρσοδεψία στο Καρλόβασι Σάμου

Η Βυρσοδεψία στο Καρλόβασι Σάμου

Η βυρσοδεψία στο Καρλόβασι, άκμασε κατά την περίοδο 1880 – 1930 περίπου, οπότε λειτουργούσαν πάνω από 50 βυρσοδεψεία με 300 εργαζόμενους και με μέση αξία εξαγόμενων δερμάτων 12,4%, στο σύνολο των ετησίων εξαγωγών του νησιού …

Στα τέλη του 19ου αιώνα, παράλληλα με την βιομηχανική ανάπτυξη του Ανατολικού Αιγαίου, δημιουργήθηκαν στην Σάμο δύο δυναμικοί κλάδοι βιομηχανίας, της βυρσοδεψίας στο Καρλόβασι και της καπνοβιομηχανίας στην πόλη της Σάμου. Παρά τον μεγάλο ανταγωνισμό στην ευρύτερη περιοχή και τους περιορισμούς της ημιαυτόνομης Ηγεμονικής Σάμου για σύναψη εξωτερικών σχέσεων, ανάπτυξη τραπεζοπιστωτικού συστήματος και δικού της νομίσματος, οι κλάδοι ευδοκίμησαν επιχειρηματικά και άκμασαν για πάνω από μισώ αιώνα.

Οι πρώτες μικρές βυρσοδεψικές μονάδες (ταμπάκικα) του νησιού, εμφανίζονται το πρώτο τέταρτο του 19ου αιώνα, στις παρυφές της πόλη Σάμου (Λιμήν Βαθέος) στην περιοχή που ονομάστηκε «Ταμπάκικα».  Η πορεία τους όμως ήταν σύντομη και χωρίς επιτυχία. Πιθανόν δεν ευνόησε η θέση κοντά στην πόλη, στον κλειστό κόλπο, όπου η δυσοσμία των λυμάτων, προκαλούσαν δυσφορία και η λειτουργία τους, όχληση, στους κατοίκους της πρωτεύουσας και στις διοικητικές αρχές της Ηγεμονίας.

Η βυρσοδεψία στο Καρλόβασι, άκμασε κατά την περίοδο 1880 – 1930 περίπου, οπότε λειτουργούσαν πάνω από 50 βυρσοδεψεία με 300 εργαζόμενους και με μέση αξία εξαγόμενων δερμάτων 12,4%, στο σύνολο των ετησίων εξαγωγών του νησιού, με μέγιστο 24% το 1888  και ελάχιστο 0,6% το 1894.   Αποτέλεσε βασικό παράγοντα της Σαμιακής οικονομίας και έγινε ρυθμιστής της οικονομικής ζωής του νησιού, ενώ συνέβαλε σημαντικά στην αναβάθμιση του οικονομικού, πολιτιστικού, εκπαιδευτικού και κοινωνικού επιπέδου του Καρλοβάσου.

Η πρώτη βυρσοδεψική μονάδα δημιουργήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα, στην παραθαλάσσια θέση Ρίβα, από τον Αργίτη καβάφη (=τσαγκάρη) Παναγιώτη Βάσο, ο οποίος εμπειρικά και με πρωτόγονα μέσα, επεξεργάζονταν προβιές ντόπιων ζώων για τις ανάγκες του μαγαζιού του.

Η αυξημένη ζήτηση δερμάτων, από την εγχώρια και την αγορά της Μικρά Ασία και η καλή πορεία του Βάσου, ενθάρρυνε κι’ άλλους Καρλοβασίτες, προς την ίδια επιχειρηματική κατεύθυνση, δημιουργώντας στα μέσα του 19ου αιώνα τις πρώτες μικρές βυρσοδεψικές βιοτεχνίες στο Καρλόβασι.  Στην άνετη και επίπεδη θέση Ρίβα, μακριά από το κέντρο της πόλης, με διευκόλυνση στις μεταφορές, κοντά στις εκβολές του μεγάλου ρέματος,  με μεγάλη παραλιακή ζώνη σε ανοιχτή θάλασσα για τα λύματα, και άφθονο νερό που απαιτούνταν για την επεξεργασία των δερμάτων.

Η βυρσοδεψία στην Ρίβα Καρλοβάσου είχε πλέον εδραιωθεί, με δυναμική ανάπτυξη,  και σ’ αυτό έπαιξαν σημαντικό ρόλο, εκτός των άλλων οι μεταρρυθμίσεις “Τανζιμάτ” (1839 – 1856) που προωθούσε η Οθωμανική Αυτοκρατορία για τον εκσυγχρονισμό της, σε διοικητικό και οικονομικό επίπεδο, αλλά και η αφθονία της ευρύτερης περιοχής σε πευκοφλοιό (πίτυκα), βελανίδια και σχίνο, απαραίτητες δεψικές ύλες, φυτικής προέλευσης, για την επεξεργασία των δερμάτων, προσδίδοντας μάλιστα συγκριτικό ποιοτικό πλεονέκτημα στα Καρλοβασίτικα σολοδέρματα.

Το 1863 γίνετε για πρώτη φορά, επίσημη αναφορά στην ύπαρξη “βιομηχανικών καταστημάτων”, σε επίσημο έγγραφο δημοτικής απόφασης, σχετική με το φωτισμό του Καρλοβάσου. Το 1868, οι βυρσοδέψες είχαν φτάσει τους 16 και ζήτησαν από την ηγεμονική διοίκηση την μείωση των φόρων επί των εξαγόμενων «κατεργασμένων βυρσών». Το 1874 οι μονάδες υπερδιπλασιάστηκαν και οι επιχειρηματίες είχαν συστήσει συντεχνία, απαιτώντας τη λήψη μέτρων για την προστασία της εγχώριας βυρσοδεψίας.

Σφραγίδες δερμάτων
Σφραγίδες δερμάτων

Η έναρξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878) και η κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης σε δέρματα από τον Τουρκικό στρατό, δημιούργησε νέες προοπτικές ανάπτυξης, συνεισφέροντας σημαντικά στον εκσυγχρονισμό και την εκβιομηχανοποίηση των Βυρσοδεψείων.  Η απρόσμενη αύξηση του τζίρου ενίσχυσε και βελτίωσε τα υπάρχοντα Βυρσοδεψεία ενώ παράλληλα προσέλκυσε σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες της πόλης (Νικολάου, Βλιάμος, Ιούλιος Αργυριάδης, Υψηλάντης κι’ άλλοι), οι οποίοι θα επένδυαν νέα κεφάλαια για σύγχρονα βυρσοδεψεία. 

Το 1890 η βυρσοδεψεία της Ρίβας Καρλοβάσου περνά από την προβιομηχανική βιοτεχνία στην εκβιομηχάνιση, όταν ο Δημήτρης Υψηλάντης κατασκευάζει το πρώτο μηχανοκίνητο βυρσοδεψείο με ατμομηχανή για τον κόφτη, το μύλο που άλεθε τον πίτυκα  και μηχανικό κόπανο. Το ίδιο έτος (1890) μπαίνουν σε χρήση οι πρώτοι ατμόμυλοι μετά την ίδρυση εταιρικού συνδέσμου, για τον σκοπό αυτό.

το ιππήλατο τραμ και τα βυρσοδεψεία
το ιππήλατο τραμ και τα βυρσοδεψεία

Η παράλληλη ανάπτυξη του εμπορίου και της ναυτιλίας, καθώς και η ευνοϊκή φορολογική αντιμετώπισή της (κυρίως μετά το 1890) από την Ηγεμονική κυβέρνηση της Σάμου, ενίσχυσαν σημαντικά την βυρσοδεψεία.  Επιπλέον η ολοκλήρωση της κατασκευής του Λιμανιού στο Καρλόβασι το 1903 (ξεκίνησε το 1871), η κατασκευή του ιππήλατου τραμ το 1905, για τη διευκόλυνση των μεταφορών και η ίδρυση Εμπορικών Επιμελητηρίων το 1906 στο Καρλόβασι και το 1907 στο Βαθύ, υποβοήθησαν στην απογείωση της δραστηριότητας.

Το μεγαλύτερο και πιο σύγχρονο βυρσοδεψείο της Ρίβας, ήταν του Γεώργιου Νικολάου.  Διέθετε άρτια οργάνωση, τόσο στην διοικητική υποστήριξη όσο και στην παραγωγική διαδικασία, με σύγχρονο εξοπλισμό που το κατέτασσαν στα πρώτα των Βαλκανίων.  Το βυρσοδεψείο έφτασε να απασχολεί 120 εργάτες, με ετήσια παραγωγή που έφτανε τους 190 – 260 τόνους, σε διάφορες ποιότητες δέρματος όπως σολοδέρματα, αδιάβροχα, σεβρά, βακέτες, λουστρίνια, ακόμη και δερμάτινους ιμάντες κίνησης μηχανών.  Ο Νικολάου, αρχικά χρηματοδοτούσε άλλους βυρσοδέψες με χαμηλό επιτόκια 9–10 %, (20-25% το σύνηθες), με τον όρο να παρακολουθεί το βυρσοδεψείο του δανειολήπτη.  Με τον τρόπο αυτό αντλούσε πληροφορίες για την λειτουργία και τα τρωτά των βυρσοδεψείων, τις οποίες χρησιμοποίησε με τον καλύτερο τρόπο όταν κατασκεύασε το δικό του, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα.

Καρλοβασίτες ταμπάκηδες, τεχνίτες κατεργασία δερμάτων

Οι σημαντικότεροι πρωταγωνιστές του κλάδου ήταν οι εργάτες, οι οποίοι δούλευαν σε μία επίπονη εργασία, που απαιτούσε επιδεξιότητα, δύναμη, και συνεργασία, με πολλούς κινδύνους και χαμηλές αποδοχές.  Συχνά δούλευαν και τις Κυριακές, αμισθί, στα χωράφια ή στον κήπο του σπιτιού του ιδιοκτήτη, την λεγόμενη «μάγκα».  Κατά την περίοδο της προβιομηχανικής βιοτεχνίας, οι συνθήκες εργασίας ήταν άθλιες, αφού οι εργάτες ήταν εκτεθειμένοι, σε πολλές αρρώστιες όπως η φυματίωση, πνευμονία, βρογχικά ή μικρόβια τετάνου, που υπάρχουν στις τρίχες των τομαριών. Με την εξέλιξη της βιομηχανίας οι υγειονομικές συνθήκες βελτιώθηκαν, με τον κίνδυνο όμως να παραμένει. Παράλληλα θεσπίστηκε νόμος, από την Ηγεμονική Διοίκηση, που απαγόρευε την Κυριακάτικη εργασία, ενώ το 1899 ιδρύεται το σωματείο εργοδοτών και εργατών «Αδελφότης βυρσοδεψών ο Προφήτης Ηλίας» και το 1908 το σωματείο εργατών «Αδελφότης εργατών ο Αγ. Παντελεήμονας», διασφαλίζοντας τα συμφέροντα των εργατών.

Με την εξέλιξη της βυρσοδεψίας στο Καρλόβασι, οι ανάγκες για φυτικές δεψικές ύλες (κυρίως πευκοφλοιό) ήταν μεγάλες και ανάλογες ήταν οι ζημιές των δασών από την αποφλοίωση των πεύκων, γεγονός που ανάγκασε την Ηγεμονική κυβέρνηση, να πάρει αυστηρά μέτρα για την προστασία τους, μετά από σχετική έκθεση του Γεωπόνου Αριστοτέλης Μανταφούνη το 1895.  Ο περιορισμός όμως των δεψικών υλών φυτικής προέλευσης και η αύξηση της χρήσης χημικών μεθόδων επεξεργασίας, αποτέλεσε τον πρώτο τριγμό στον κλάδο, αφού τα Καρλοβασίτικα δέρματα έχαναν το συγκριτικό ποιοτικό πλεονέκτημα λόγω επεξεργασίας με φυτικές δεψικές ύλες.

Μετά την ένωση της Σάμου με την Ελλάδα, το 1912, η βυρσοδεψία της Ρίβας (και η οικονομία του νησιού γενικότερα) είχε να αντιμετωπίσει αρκετές δυσκολίες που δημιουργήθηκαν κατά την ενσωμάτωση της με το Ελληνικό κράτος.  Οι εμπορικές συναλλαγές του νησιού με τις κοντινές αγορές της Μικράς Ασίας διακόπηκαν και έπρεπε να αναζητηθούν νέες αγορές και εμπορικοί δρόμοι, αλλά και να προσαρμοστεί στις νέες αποστάσεις. Επιπλέον η Ελληνική νομοθεσία δεν περιελάμβανε δασμολογικές ελάφρυνσης, ανετράπησαν οι καθιερωμένες τελωνειακές πιστοποιήσεις, διακόπηκε η τηλεγραφική σύνδεση με την Μικρά Ασία χωρίς αντικατάσταση με το Ελληνικό κράτος, ενώ δημιουργήθηκαν προβλήματα στις ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες αφού τα Σαμιώτικα πλοία έπρεπε να προσαρμόσουν εκ νέου το νηολόγιό τους.  Χρειάστηκε χρόνος για να μπορέσει η Βυρσοδεψία του Καρλοβάσου να ξεπεράσει τα προβλήματα και να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, όμως χάρη στην ευελιξία, την εμπειρία το επιχειρηματικό πνεύμα και την συσσώρευση κεφαλαίων των βυρσοδεψών, κατάφεραν όχι μόνο να προχωρήσει ο κλάδος, αλλά και να κατακτήσει την πρώτη θέση σε εθνική κλίμακα, με 47 εργοστάσια βυρσοδεψίας το 1920.

Η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου και η κατοχή της Σάμου από τις Ιταλικές δυνάμεις, το 1941, έμελλε να σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους της βυρσοδεψίας του Καρλοβάσου.  Η παραγωγική διαδικασία και το εμπόριο είχε σχεδόν διακοπεί ενώ ο Ιταλικός κατοχικός στρατός κατέσχεσε το σύνολο των κατεργασμένων δερμάτων, με αποτέλεσμα την κατάρρευση του κλάδου.  Μετά την απελευθέρωση του νησιού, το 1944, ένας πολύ μικρός αριθμός βυρσοδεψών προσπάθησε μάταια να ανακάμψει. Η ασταθής οικονομική κατάσταση της Ελλάδας στις επόμενες δεκαετίες, η δανειακές υπερχρέωση των βυρσοδεψών, οι νεότερες χημικές δεψικές ύλες και η ευρεία χρήση του πλαστικού ως υποκατάστατο του δέρματος, έγραψαν τον επίλογο σε ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια της οικονομικής ιστορίας του νησιού.

Ενθυμήματα αυτού του σημαντικού κλάδου, αποτελούν τα ερείπια των βυρσοδεψείων, τα εκπληκτικής αρχιτεκτονικής αρχοντικά των βυρσοδεψών, στην οδό Αγίου Νικολάου, και το Μουσείο Βυρσοδεψίας που δημιουργήθηκε το 2008 περίπου, υπό την αιγίδα του Δήμου Δυτικής Σάμου, παρουσιάζοντας με τον καλύτερο τρόπο, την ιστορία της βυρσοδεψίας στην Ρίβα Καρλοβάσου.

κείμενο Ιωάννης Ε. Κιλούκιώτη

Πηγές
Κώστα Ι. Καλατζή : Το ταμπάκικο
Μουσείο Βυρσοδεψίας Καρλοβάσου
Λάνδρος Χρίστος : Πρακτικά – Το τέλος των γιγάντων (σελ.51)

Λεντούδη Μαρία & Γκαζή Γιουλάν : Τα ταμπάκικα της Ρίβας, η αρχή και το τέλος ενός βιομηχανικού πλούτου.
Κούτρα Ευαγγελία : Πτυχιακή – Η οικονομική ζωή της Σάμου
Γιακούπη Πελαγία : Διπλωματική – Ο Κύκλος της επεξεργασίας του δέρματος στο Βορειοανατολικό Αιγαίο

Παλαιές φωτογραφίες συλλογή Ντίνου Κόγια
Κιλουκιώτης Γ. Ευάγγελος : Σημειώσεις διάφορες – Σύμβουλος