-
Περιγραφή
Στο Νοτιοανατολικό τμήμα της Σάμου, στην περιφέρεια της τοπική Κοινότητα του χωριού Παλαιοκάστρου βρίσκεται ο μικρός (150 στρέμματα), αλλά ιδιαίτερης περιβαλλοντικής σημασίας, υδροβιότοπος της Αλυκής, με πλούσια βιοποικιλότητα, σπάνια για τα δεδομένα των νησιών του Αιγαίου.
Από την αρχαιότητα (πιθανόν) και μέχρι το 1965, η λεκάνη του υδροβιότοπου χρησιμοποιούνταν ως Αλυκή, για την παραγωγή αλατιού. Μετά την εγκατάλειψή της, η φύση έδειξε άμεσα σημάδια αναγέννησης, μετατρέποντάς την σε έναν πλούσιο υδροβιότοπο.
Κατά τους χειμερινούς μήνες (~Νοέμβριο ~Απρίλιο), το αργιλικό υπόστρωμα του εδάφους της λεκάνης συγκρατεί το νερό, δημιουργώντας μία αβαθής λίμνη, επιφανείας 150 στρεμμάτων και μέγιστο βάθος 70 cm περίπου. Την περίοδο αυτή φιλοξενεί μεγάλο πληθυσμό αποδημητικών πουλιών, η παρουσία των οποίων, αλλά και η ύπαρξη του νερού, προσελκύουν και άλλα ενδημικά ζώα εμπλουτίζοντας έτσι την βιοποικιλότητα του ευρύτερου βιότοπου.
Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες (Μάιο – Οκτώβριο), το νερό εξατμίζεται, η λίμνη αποξηραίνεται, και η βιοποικιλότητα του βιότοπου υποβιβάζεται, περιμένοντας καρτερικά τον νέο κύκλο ζωής του.
Ο μεγάλος πληθυσμός και η ποικιλία των αποδημητικών πουλιών, οφείλετε σημαντικά στην γεωγραφική θέση της Αλυκής, που τοποθετείται ανάμεσα σε δύο σημαντικούς υδροβιότοπους στα παράλια της Μικράς Ασίας. Νοτιοανατολικά το Δέλτα του ποταμού Μαίανδρου (Μεντερές), σε απόσταση 23 km και βόρεια το Δέλτα του ποταμού Κάυστρου (Κιουτσούκ Μεντερές), σε απόσταση 35 km.
Στον υδροβιότοπο της Αλυκής, βρίσκουν ασφαλές καταφύγιο περισσότερα από 150 είδη προστατευόμενα πουλιά, όπως Φοινικόπτερα (Φλαμίγκο), Αλκυόνες, Καλαμοκανες, Χουλιαρόπαπιες, Πρασινοκέφαλες, Σφυριχτάρια, Τσιχλογέρακες, Αητογερακίνες, Φιδαητούς, Βαρβάρες, Καλαμόκιρκους, Σκεπαρνάδες, Κιτρινοσουσουράδες, Ήταυρους, Λιμόζες κ.ά.. Επίσης υπάρχουν πολλά σπάνια είδη χλωρίδας όπως Iris orientalis, οφρύς η βοβυλανθής, κρίνος της θάλασσας, Thymus samius κ.ά., και σπάνια είδη πανίδας όπως χρυσά τσακάλια, Μεσογειακό χαμαιλέοντα, κουνάβια, κροκοδειλάκια του νταάνιο, σαΐτες του Νταλ, γραικοχελώνες, Οθωμανικές οχιές, αγιόφιδα, νερόφιδα, σπιτόφιδα κ.ά..
Έχει ενταχθεί στο δίκτυο προστατευόμενων περιοχών NATURA 2000 από το 1995 με κωδικό GR4120001 και από το 2001 με κωδικό GR4120007. Επιπλέον έχει αναγνωριστεί σαν βιότοπος στον κατάλογο του Ελληνικού Κέντρου Βιότοπων & Υγρότοπων (Ε.Κ.Β.Υ.), με κωδικό AB5080119, ενώ με Προεδρικό Διάταγμα συμπεριλαμβάνετε σε ζώνη οικιστικού ελέγχου και περιορισμού δόμησης, ΦΕΚ Δ 100 1995.
Επάνω-
Ιστορία της αλυκής
Η χρήση της Αλυκής για παραγωγή αλατιού, χρονολογείται τουλάχιστον από τον 16ο μ.χ. αιώνα, ίσως να χρησιμοποιούνταν και κατά την αρχαιότητα. Η εκμετάλλευση της όμως σταμάτησε, πιθανόν κατά το τέλος του 18ου μ.χ. αιώνα.
Το 1859 στην Γ.Σ. της Ηγεμονικής Σαμιακής Βουλής, κατατίθεται πρόταση για την επαναξιοποίηση της “αρχαίας αλυκής”, προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες του νησιού σε αλάτι, και επιπλέον να αποτελέσει έσοδο για το γενικό ταμείο της Σάμου. Η πρόταση έγινε δεκτή παμψηφεί και το 1863 υπογράφεται εξαετές συμβόλαιο μεταξύ της Σαμιακής Βουλής και του Μ. Καψάλη, που ενοικίασε την Αλυκή.
Η παραγωγή και η πώληση του προϊόντος ελέγχοταν αυστηρά. Επιτρέπονταν η πώληση του αλατιού, μόνο μέσα στο νησί. Για πωλήσεις μεγάλων ποσοτήτων απαιτούνταν άδεια από την Σαμιακή Βουλή και για τις μικρότερες, άδεια του οικείου δημάρχου.
Παρά τον αυστηρό έλεγχο, υπήρχε μεγάλο λαθρεμπόριο αλατιού προς την Μικρά Ασία και έτσι το 1895 η Σαμιακή Βουλή, προκειμένου να το ελέγξει, υπογράφει πενταετές ανανεούμενο συμβόλαιο για την ενοικίαση της Αλυκής στη Διεύθυνση Δημοσίου Οθωμανικού Χρέους (της οθωμανικής κυβέρνησης), με μίσθωμα 150.000 γρόσια ετησίως (ετήσιος αποδοχές δασκάλου, περίπου 2.000 γρόσια ). Στο συμβόλαιο υπήρχε όρος που υποχρέωνε την εταιρεία να προσλαμβάνει υπαλλήλους και εργάτες από το νησί, ενώ τεχνικοί και ελεγκτές μπορούσαν να είναι και από άλλα μέρη.
Κατά την μεταβατική περίοδο της ενώσεως της Σάμου με την Ελλάδα (1912), η προσωρινή Κυβέρνηση του νησιού, το 1913 προβαίνει στην κατάληψη της αλυκής, λόγω της καθυστέρησης οφειλόμενων ενοικίων, από την Διεύθυνση Δημοσίου Οθωμανικού Χρέους, γεγονός που πάγωσε την παραγωγή αλατιού.
Τα επόμενα χρόνια, με την ολοκλήρωση της ενώσεως με την Ελλάδα, η Αλυκή εντάσσεται στην δημόσια περιουσία του Ελληνικού κράτους και το καθεστώς της ρυθμίζεται σύμφωνα με τους νόμους του.
Στις 7 Μαρτίου 1915, με βασιλικό διάταγμα, ορίζεται ότι η μεταφορά, η διαχείριση και η πώληση του άλατος στην Αλυκή της Σάμου, μπορεί να ανατεθεί σε εργολάβους, ενώ παράλληλα την εντάσσει στο μονοπώλιο άλατος, όπως ίσχυε και για τις υπόλοιπες Αλυκές της Ελλάδας. Οι εισπράξεις του μονοπωλίου άλατος, μαζί με των μονοπωλίων πετρελαίου, παιγνίων, πυρείων, τσιγαρόχαρτου και σμύριδας Νάξου, προορίζονταν για την αποπληρωμή του λεγόμενου “δανείου μονοπωλίων” που είχε συνάψει το 1887, το Ελληνικό Κράτος με την Comptoir d’Escompte de Paris, με διάρκεια 75 χρόνια. Η σύμβαση του δανείου επέτρεπε στους δανειστές την σύσταση ανώνυμης εταιρείας η οποία ήταν επιφορτισμένη με τη διοίκηση των μονοπωλίων που είχαν παραχωρηθεί ως εγγύηση του δανείου.
Το 1916 προκηρύσσεται πλειοδοτική δημοπρασία, την οποία κερδίζει ο Δημήτριος Χατζηβασιλείου, που πλειοδότησε με 19 δραχμές ανά χίλιες οκάδες (=1.283 κιλά) άλατος, σύμφωνα με άρθρο της εφημερίδας ΑΙΓΑΙΟΝ φ. 319/21-3-1916.
Η μέση ετήσια παραγωγή αλατιού της Αλυκής κατά τα έτη 1919 – 1931, ήταν 1.900 τόννοι, το 2,5% του αλατιού της Ελλάδα, με μικρότερη το 1919, 1.003 τόνους, και μεγαλύτερη το 1929, 2.042 τόνους, .
Η λειτουργία της Αλυκής σταμάτησε το 1965, αφού κρίθηκε οικονομικά ασύμφορη η παραγωγή του αλατιού και το 1982 κλείνει οριστικά, με την κατάργηση και της τελευταίας θέσης εργασίας του φύλακα. Έκτοτε ανέλαβε η φύση την ανάπλαση της Αλυκής, προσφέροντας μας έναν πλούσιο υδροβιότοπο, σπάνιο για τα δεδομένα των νησιών του Αιγαίου.
Πηγές :
Περιοδικό:“Απόπλους”, τεύχος 10-11,1993
Ν.Λαμπρόπουλου & Χ.Κούρτελη “Οι αλυκές της Ελλάδας ως μονάδες παραγωγής αλατιού” 1995
Πατουνά Διονυσία εργασία ΕΚΔΑ “Η διαχρονική εξέλιξη του δημοσίου δανεισμού στην Ελλάδα” 2011
Ιωάννης Κιλουκιώτης
Επάνω-
Video
-
Tips
- Περιπλανηθείτε γύρω από τον υδροβιότοπο και απολαύστε τα πτηνά και τους ήχους της φύσης.
- Η καλύτερη εποχή για να επισκεφθείτε τον υδροβιότοπο είναι κατά τους χειμερινούς μήνες (~Νοέμβριο ~Απρίλιο), με την λεκάνη του υδροβιότοπου γεμάτη νερό και την άφιξη των αποδημητικών πουλιών.
- Εμπρός από τον υδροβιότοπο, εκτείνεται η παραλία της Μυκάλης και σε απόσταση 1 km η παραλίας της Ψιλής άμμου.
Κατά την παρατήρηση του βιότοπου, να είστε διακριτικοί, ήρεμοι και σε μικρές ομάδες ατόμων. Μην προκαλείτε θορύβους γιατί ανησυχούν τα ζώα.
Σεβαστείτε το φυσικό περιβάλλον, μην πετάτε σκουπίδια, μην ανάβετε φωτιές.
-
Πρόσβαση
- Από την πόλη της Σάμου, 10 Κm διαδρομή
- Από το Καρλόβασι 37 Κm διαδρομή
- Από το Πυθαγόρειο 9 Km διαδρομή
- Από Κάμπο Μαραθοκάμπου 45 Km διαδρομή
-
Περιορισμοί
- Όχι φωτιές
- Απαγορεύεται το camping
- Μαζέψτε τα απορρίμματά σας όταν φύγετε
-
Είσοδος
- Ελεύθερη, δημόσιος χώρος