
Ελιά “Εύα”, όπως την ονομάζουν οι ντόπιοι στο χωριό της Μύλοι, με ηλικία πάνω απο 500 έτη, και περίμετρο 12 μέτρα, είναι το αρχαιότερο δέντρο στο νησί, ίσως ακόμη και σε όλη την Ελλάδα.
Ελιά “Εύα”, όπως την ονομάζουν οι ντόπιοι στο χωριό της Μύλοι, με ηλικία πάνω απο 500 έτη, και περίμετρο 12 μέτρα, είναι το αρχαιότερο δέντρο στο νησί, ίσως ακόμη και σε όλη την Ελλάδα.
Η ελιά (Olea europaea), από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα είναι η πρώτη καλλιέργεια του νησιού και ίσως η Σάμος να είναι μια από τις περιοχές που καλλιεργήθηκε συστηματικά, πριν ακόμα η καλλιέργειά της διαδοθεί στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ο Αισχύλος ονομάζει την Σάμο «ελαιόφυτον», ενώ ο αρχαίος θεατρικός συγγραφέας Αντιφάνης έγραψε “Η άριστη ποιότητα του Σαμιακού ελαιόλαδου, είναι το μέτρο για το ελαιόλαδο της υπόλοιπης Ελλάδας”.
Η καλλιέργεια της ελιάς στη Σάμο ήταν αδιάκοπη και πολλά από τα υπάρχοντα παραδοσιακά δένδρα οπωσδήποτε προϋπήρχαν της ερήμωσης του νησιού (1476—1552), αφού το πάχος των κορμών τους, φανερώνει ότι κουβαλούν ηλικία αιώνων.
Η παραδοσιακή ελιά της Σάμου (η Θρουμπολιά), κυριαρχεί στο νότιο τμήμα του νησιού, από την μια άκρη μέχρι την άλλη και αυτό οφείλεται στη ξηρότητα του περιβάλλοντος, στα φτωχά πετρώδη, χαλικώδη και έντονα διαβρωμένα εδάφη, αφού είναι από τα μοναδικά καλλιεργούμενα φυτά που μπορεί να αξιοποιήσει τέτοιες περιοχές.
Επάνωκαλλιέργεια της ελιάς στη Σάμο
Κύρια ποικιλία στους παραδοσιακούς ελαιώνες, είναι η θρουμπολιά, που οπωσδήποτε καλλιεργείται στο νησί από την αρχαιότητα, αφού λόγω της μακροβιότητας των δένδρων της ελιάς, οι ποικιλίες, δεν απαξιώνονται. Εκτός από το λάδι, σπουδαίο προϊόν της θρουμπολιάς είναι και οι θρούμπες, ή χαμάδες, ή κουρμάδες, όπως τις λένε στη Σάμο και πρόκειται για καρπό, που τρώγεται νωπός, μόλις πέσει από το δένδρο, χωρίς καμιά παραπέρα επεξεργασία.
Κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’60, όταν η καλλιέργεια του καπνού είχε αρχίσει να εγκαταλείπεται, άρχισε να προωθείται η επέκταση της καλλιέργειας της ελιάς, με σημαντικές επιχορηγήσεις και αποκλειστικά με τις ποικιλίες, την ελαιοποιήσιμη κορωνέικη (Olea Europea var. microcarpa alba) και την βρώσιμη Καλαμών (Olea Europea var. Ceraticarpa). Μετά από αυτό, νέοι εκτεταμένοι ελαιώνες έχουν δημιουργηθεί στο νησί με αυτές τις ποικιλίες.
Στη Σάμο καλλιεργούνται 115 km2 ελαιόδεντρων, στο νότιο μέρος του νησιού καλλιεργείται το 66%, και στο βόρειο τμήμα το υπόλοιπο 34%.
Η μέση παραγωγή ελαιολάδου στα τελευταία 18 χρόνια (1998-2016) ανέρχεται σε 2.352 τόνους, με μέγιστο 4.042 τόνους κατά την περίοδο 1998-1999 και σε ελάχιστο 379 τόνους κατά την περίοδο 2001-2002.
Το λάδι της Σάμου, είναι «Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης» (ΠΓΕ), από το 1993 (371572/19 07 93 ΦΕΚ 574/02 08 93), σύμφωνα με την υπ’αριθμό τ 510/06 οδηγεία της Ε.Ε..
Επάνω
Σχόλια 0